Το
ακορντεόν
Παππούς:
Εκείνα τα χρόνια παιδί μου, τα δύσκολα χρόνια της κατοχής ακόμη και τα μικρά
παιδιά έτρεχαν να συμβάλλουν στον αγώνα, στην αντίσταση.
Νικόλας:
Μα πως παππού;
Παππούς:
Όπως μπορούσε ο καθένας μερικές φορές ξεγελούσαμε τους Γερμανούς μερικές φορές
όμως το πληρώναμε με την ζωή μας.
Θυμάμαι ένα παιδί το Μιχάλη...
Ο
Μιχάλης ήταν ένα παιδί στην γειτονιά που ποτέ δεν είχε δει το φως του ήλιου.
Ήξερε να παίζει πολύ καλά ακορντεόν. Έμαθε σχεδόν μόνος του μουσική. Καθόταν με
τις ώρες και ταξίδευε μελωδικά τους γονείς του και τους φίλους του.
Ελένη:
Νάτος παιδιά εδώ είναι θα πάω να του μιλήσω.
Σωτηρία:
τι ωραία που παίζει! Τα δάχτυλά του γλιστράνε
πάνω στα πλήκτρα και η μελωδία σε ταξιδεύει!!!
Ελένη:
Μιχάλη Μιχάλη!
Μιχάλης:
Ποιος είναι; Η φωνή σου μου ακούγεται γνώριμη.
Ελένη:
Η Ελένη είμαι η γειτονοπούλα σου, η κόρη της κυρά Φρόσως.
Μιχάλης:
Έλα κάτσε να παίξουμε ένα τραγούδι.
Ελένη:
Είναι και τα άλλα παιδιά εδώ.
Μιχάλης
Ελάτε ελάτε!
Ο
Μιχάλης παίζει μελωδίες στο ακορντεόν και τα παιδιά χτυπούν παλαμάκια.
Μιχάλης:
Τι θα γίνει απόψε το βράδυ; Αφού η κυκλοφορία απαγορεύεται.
Σωτηρία:
αποφασίσαμε να γράψουμε στους τοίχους συνθήματα και να μοιράσουμε προκηρύξεις.
Μιχάλης:
Δεν φοβόσαστε;
Πέτρος:
Είναι για την πατρίδα Μιχάλη και δεν μας φοβίζει τίποτε! όλοι κάνουν κάτι, θα
κάνουμε κι εμείς το χρέος μας , ότι μπορούμε.
Σωτηρία:
Εσύ θα μας βοηθήσεις με το ακορντεόν. Θα παίζεις μουσική και θα αποσπάσεις την
προσοχή των γερμανών.
Μιχάλης:
Θα τα καταφέρουμε;
Πέτρος:
Μην δειλιάζεις! Και βέβαια θα τα καταφέρουμε, όλοι ενωμένοι!!!!
Ελένη:
Θα έρθω να σε πάρω το βράδυ απ το σπίτι σου.
Μιχάλης:
Θα περιμένω.
Εκείνο
το βράδυ τα παιδιά ήταν αποφασισμένα. Θα έγραφαν στους άσπρους τοίχους
συνθήματα για την πατρίδα. Ο αγώνας τους έδινε κουράγιο και δύναμη έπρεπε να
προχωρήσουν, να μην δειλιάσουν.
Ο
Μιχάλης κάθισε στην γωνιά του δρόμου. Τα παιδιά απομακρύνθηκαν και άρχισαν να
γράφουν. Ξαφνικά ακούστηκε η αυστηρή φωνή του Γερμανού στρατιώτη
Γερμανός:
Αχτουγκ αχτουγκ!!!! Ποιος είναι εκεί;
Μιχάλης:
Εγώ, ο Μιχάλης.
Γερμανός:
Τι κάνεις εκεί μέσα στην νύχτα μικρέ;. Δεν ξέρεις πως απαγορεύεται;
Φορμπίτεν!!!
Μιχάλης:
Κύριε δεν βλέπω, έπαιζα με το ακορντεόν μουσική και ξεχάστηκα, οι φίλοι μου δεν
ήρθαν να με πάρουν.
Γερμανός:
Έχεις και φίλους λοιπόν ε;;; και που είναι τώρα;;;;
Μιχάλης:
Στα …στα σπίτια τους.
Γερμανός:
Δεν πιστεύω να είναι κάπου εδώ και να γράφουν τους τοίχους;
Μιχάλης:
οοοοο όχι.
Γερμανός: αχα…κάτι μου κρύβεις εσύ…κάτι μου κρύβεις. Αφού μπορείς να παίξεις ακορντεόν, για παίξε μου λοιπόν ένα κομμάτι να σε ακούσω.
Μιχάλης:
Μετά χαράς κύριε.
Τα
δάχτυλα του Μιχάλη έπαιζαν γρήγορα και φοβισμένα, προσπαθούσε να κρύψει την
αγωνία του και τον τρόμο που ένιωθε. Η μουσική από το αγαπημένο του ακορντεόν
είχε απορροφήσει τον Γερμανό που δεν πρόσεξε τη Ελένη που τράβηξε τον Μιχάλη απ
το χέρι.
Εκείνος
δεν σταμάτησε να παίζει μόνο σιγά σιγά απομακρύνθηκε και κρύφτηκε στο σοκάκι.
Γερμανός:
Μα που είσαι μικρέ;;; που είσαι; Με ξεγέλασαν
Να πάρει!!!!
Ο
ξερός κρότος του πολυβόλου ράγισε την
σιωπή της νύχτας……
________________________________________________________________
Το παραπάνω δραματοποιημένο αφήγημα είναι εμπνευσμένο από το γνωστό τραγούδι του Μάνου Λοίζου ακούστε το εδώ .
________________________________________________________________
Το παραπάνω δραματοποιημένο αφήγημα είναι εμπνευσμένο από το γνωστό τραγούδι του Μάνου Λοίζου ακούστε το εδώ .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου