Δευτέρα 20 Απριλίου 2020

Φλαντανελάς



Νύχτα! Δεν είχε ακόμη ξημερώσει. Στο κατάστρωμα απόλυτη σιγή. Μονάχα μπροστά στην πλώρη ο πλοίαρχος Φλαντανελάς, καθόταν σκεπτικός και ατένιζε το πέλαγος.

Τον πλησιάζω.

Φλαντανελάς: Νικηφόρε, πως και ξύπνησες τόσο νωρίς; Δεν έχει χαράξει ακόμη.
Νικηφόρος: Σε σκέφτομαι καπετάνιε!
Φλαντανελάς: Φοβάσαι;
Νικηφόρος: Όταν είσαι εσύ μπροστά στην πλώρη, δεν φοβάμαι τίποτα!
Φλαντανελάς: Κοίτα , κοίτα ψηλά Νικηφόρε, τις εικόνες του Χριστού και της Παναγίας. Αυτοί μας βοηθάνε πάντα!





Ο καπετάνιος έκλεισε τα μάτια κι άθελα του δάκρυσε.

Νικηφόρος: Καπετάνιε κλαις;
Φλαντανελάς: Δεν είναι τίποτα παιδί μου, απλά θυμήθηκα την μάνα μου. Μια τυφλή γυναίκα μέσα στην Πόλη! Άραγε ποιος θα την φροντίζει;
Νικηφόρος: Όλο και κάποιος χριστιανός θα βρίσκεται κοντά της, τούτη την δύσκολη ώρα.
Φλαντανελάς: Στην Παναγιά έχω αφήσει τις ελπίδες μου, Νικηφόρε. Θα πάω λίγο στο στρώμα μου, να ξαπλώσω. Σ’ αφήνω στο πόδι μου! Αν δεις κάτι, αμέσως να μου μιλήσεις.
Νικηφόρος: Μείνε ήσυχος καπετάνιε!


Έκλεισα τα μάτια για μια στιγμή. Είδα τον εαυτό μου, μικρό παιδί, να θαυμάζει τούτο τον άνθρωπο. Χιώτης θαλασσοπόρος, γενναίος κι ατρόμητος. Θυμάμαι να τον φωνάζουν Φραγκίσκο Λεκανέλλα, μα αυτό δεν κράτησε για πολύ, σε λίγο όλοι τον ξέραμε σαν τον πλοίαρχο Φλαντανελά!

Το πλοίο κυλούσε αργά στην υδάτινη στράτα. Γύρω ο ουρανός έχανε σιγά – σιγά το σκούρο , μαύρο χρώμα του. Στην ανατολή αχνοφαίνονταν οι πρώτες ροδαλές πινελιές της αυγής.
Στεκόμουν εκεί μπροστά στην πλώρη του βασιλικού πλοίου, ο ναύτης του πλοίαρχου Φλαντανελά. Τον θαυμάζω τον αρχηγό μας!
Είναι ατρόμητος!
Δεν είχε βγει ο ήλιος ακόμη, όταν οι ναύτες ένας- ένας έβγαιναν από την καμπίνα τους και έτρεχαν για τις πρωινές δουλειές.
Εκείνη την ώρα τα είδαμε! Τρία ξενικά καράβια!




Ο πλοίαρχος δεν στάθηκε στιγμή, συνεννοήθηκε με τους ξένους και βάλαμε πλώρη για την Βασιλεύουσα. Όπως έμαθα αργότερα τα καράβια ήταν η βοήθεια του Πάπα για την Πόλη.
Τρία γενουάτικα καράβια, φορτωμένα σιτάρι, για τους πεινασμένους της Πόλης.



Ο καιρός είναι περίφημος. Δεν κάναμε πολλές ημέρες να φτάσουμε. Εκεί στην άκρη του κόλπου, του κόλπου του Κεράτιου, βρήκαμε την αλυσίδα.

Τεράστια αλυσίδα, που δεν άφηνε το πλοίο να περάσει. Απ' την άλλη μεριά οι Τούρκοι!




Φλαντανελάς: Παλληκάρια δεν υπάρχει ελπίδα. Πρέπει να σπάσουμε την πολιορκία, να μπούμε στην Πόλη!
Στρατιώτες: Οι Οθωμανοί;
Φλαντανελάς: Έχουμε μια αποστολή, θα την τελειώσουμε σήμερα! Εμπρός παλληκάρια!
Στρατιώτες: Νάτοι! Νάτοι πετάνε φωτιά οι Αγαρηνοί στο καράβι!
Στρατιώτες: Φωτιά! Φωτιά!
Φλαντανελάς: Θάρρος! Οι μισοί στο κατάρτι να ρίχνετε νερό, να σβήσει η φωτιά. Οι άλλοι μισοί ετοιμάστε το «υγρό πυρ»! 



Τα χέρια μου είχαν καεί απ’ την προσπάθεια, να μεταφέρω το νερό και να δίνω τα πυρομαχικά στους στρατιώτες. Δεν μ’ ένοιαζε όμως, ήθελα να φτάσουμε στην Πόλη.

Ακούστηκε από μακριά η φωνή του Οθωμανού.

Τούρκος: Δεν θα περάσετε! Που πάτε με τέσσερα καράβια ενάντια στον στόλο μας;
Φλαντανελάς: Μην τους ακούτε! Ρίξτε υγρό πυρ! Κι άλλο! Κι άλλο! Σε λίγο φτάνουμε!



Έτρεχε πάνω κάτω στο καράβι απ’ την πλώρη ως την πρύμνη σε μια στιγμή! Έδινε τους κουβάδες με το νερό και τα πυρομαχικά. Τα μάτια έβγαζαν φωτιές. Σαν το λιοντάρι βρυχόταν, έδινε ψυχή στους ναύτες!

Κι εμείς ήμασταν εκεί με σώμα και ψυχή ώσπου...
Φτάνουμε στα τείχη! Ακούγονται από εκεί ψαλμωδίες:

«Τη υπερμάχω στρατηγώ 
Τα νικητήρια!» 

Φλαντανελάς: Όλοι μαζί αδέρφια, φτάσαμε!

Ο αρχηγός μας, ο άξιος πλοίαρχος Φλαντανελάς γονάτισε στην πλώρη. Τα μάτια του έκλεισαν γεμάτα δάκρυα. Ήξερα πως σκέφτονταν την μάνα του. Τα χείλη του ψιθύριζαν την προσευχή.

Τα καράβια έφεραν την πολύτιμη βοήθεια στους κουρασμένους και πεινασμένους Βυζαντινούς.
Είναι 20 Απριλίου 1453! Πόσο θα αντέξει ακόμη η Πόλη; Πόσο;


Δραστηριότητες επέκτασης


Γίνε κι εσύ ο πλοίαρχος Φλαντανελάς.

Φτιάχνω το καράβι μου.


Μπορώ να φτιάξω ένα απλό καράβι όπως αυτό.















Αλλά και ένα πιο περίπλοκο.




Εκτυπώνω ή ζωγραφίζω μόνο μου στο χαρτί ένα καράβι. Κολλάω από πίσω ένα καλαμάκι ή ένα γλωσσοπίεστρο και το κάνω να ταξιδέψει στην θάλασσα. Που θα βρω την θάλασσα;
Μα στην άκρη του τραπεζιού! 


Πως θα την δημιουργήσω

Στρώνω ένα μπλε ή γαλάζιο πανί πάνω στο τραπέζι. Η θάλασσα μου είναι έτοιμη!













Φτιάχνω μια θάλασσα με κομμάτια χαρτί σε διάφορες αποχρώσεις του μπλε.
Επάνω σε αυτή την σύνθεση μπορούμε να ταξιδεύουμε με το δικό μας καράβι!

Θέλεις να διαβάσεις κι άλλη μια ιστορία για τον πλοίαρχο Φλαντανελά;
Μπορείς να την βρεις
εδώ. 
Τι ήταν το υγρό πυρ;
Διάβασε εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου