Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2016

Μέγας Βασίλειος- η ιστορία της βασιλόπιτας


-Ποιος είναι ο αληθινός Άι Βασίλης έχω μπερδευτεί μονολογούσε ο Βασιλάκης.Κοιτούσε στον δρόμο τον Άι Βασίλη με την κόκκινη στολή και τον σκούφο που είχε μοιράσει τα δώρα στην δουλειά του μπαμπά. Είναι αυτός αναρωτήθηκε ξανά.

Η γιαγιά του κατάλαβε την απορία του και ήρθε κοντά του, του έδειξε μια μικρή εικόνα που είχε μοιράσει η κυρία στο κατηχητικό πέρυσι και ο Βασιλάκης της την είχε δώσει.



-Νάτος ο πραγματικός Άι Βασίλης. Ο Μέγας Βασίλειος!
- αυτός δεν είναι γέρος έχει μαύρα μαλλιά. Παρατήρησε ο μικρός. Ούτε είναι χοντρός ούτε φορά κόκκινα ρούχα.











Η γιαγιά χαμογέλασε.
-Κάθε ένας γιορτάζει τον δικό του Άι Βασίλη παιδί μου. Στα βορινά κράτη όπως είναι η Γερμανία και η Ολλανδία που έχει χειμώνα και απέραντα δάση είναι ένας καλόκαρδος παππούλης, ο άνθρωπος του χειμώνα που μοιράζει δώρα στα παιδιά κάθε Χριστούγεννα.

-Μα και  αλλού είναι ένας άλλος άγιος που τον συναντούμε στις θάλασσες και στα χωριά ο Άγιος Νικόλαος. Κι αυτός αγαπά πολύ τα παιδάκια και μοιράζει δώρα σε όλους.
 Βοηθά πιο πολύ βέβαια τους ανθρώπους που ταξιδεύουν στις θάλασσες.
Ο μικρός Βασιλάκης καθόταν προσεκτικά και άκουγε.
-Και ο Αι Βασίλης με την μαύρη γενειάδα που μου έδειξες;
-Α αυτός ήταν από την Καισάρεια της Καππαδοκίας . Του άρεσαν τα γράμματα και από μικρός ζητούσε να μάθει όλο και περισσότερα. Ήρθε κι εδώ στην Αθήνα και σπούδασε ένα σωρό επιστήμες. Μαθηματικά αστρονομία φυσική είχε κι έναν καλό του φίλο τον Γρηγόριο.
Γύρισε πολλά μέρη και έφτασε στην Καισάρεια, εκεί  έδωσε όλα τα χρήματά του για τους φτωχούς και έγινε καλόγερος.





-Σπίρτα ελάτε να πάρετε σπίρτα. Κάθομαι εδώ  σ αυτή την γωνιά του δρόμου και περιμένω κάποιος να αγοράσει τα σπίρτα μου. Να πάρω κι εγώ λίγο ψωμάκι να φάω. Κρύο παγωνιά τούτες τις ημέρες. Και στο σπίτι δεν έχω ούτε τζάκι ούτε ζεστασιά.
-Καλό μου παιδί, έλα κοντά μου. Δεν χρειάζεται  να κάθεσαι εδώ και να πουλάς σπίρτα έλα μαζί μου.
-Μα που θα πάμε παππούλη;
-Στην μεγάλη πολιτεία που φτιάξαμε για σας τα παιδάκια και τους γέρους τους αρρώστους και όλους τους  αναγκεμένους.
Οι άνθρωποι την λένε Βασιλειάδα.
 Ελάτε παιδιά μου
Θα μας πεις παππούλη ένα τραγούδι;
Δεν ξέρω τραγούδια παιδιά μου θα σας πω την άλφα βήτα.
Από το άλφα η αγάπη αρχίζει
Από το βήτα η βοήθεια
Κι η ψυχή που τις χαρίζει
Συναντάει την Αλήθεια
 Για το γάμα θες γαλήνη;
Για το δέλτα δωρεά
Για το έψιλον η ελπίδα
Να ναι πάντα στην καρδιά.   
Με το ζήτα η ζωή σου
Θε να είναι αληθινή
Όταν έχεις Τον Θεό σου
Πάντα μέσα στην ψυχή.
Ιησούς και Παναγία
Πάντα είναι βοηθοί
Κι η ζωή κυλά νεράκι
Έξω λύπες και καημοί.
Μάθε γράμματα για να έχεις
Και την γνώση βοηθό
Σαν την μέλισσα διαλέγεις
Από όλα το καλό.


Πιο κάτω δύο κυρίες συζητούν στον δρόμο.
-Τα έμαθες, τα έμαθες; Ο Βασίλειος έδωσε όλα τα υπάρχοντα του στους φτωχούς! Μα, πως το έκανε αυτό; αυτός είχε πολλά πλούτη και σπίτια και χρήματα;
-Ίσως εκεί στην Αθήνα που σπούδασε, κάποιος να του μίλησε για την αληθινή ευτυχία.
-Αληθινή ευτυχία, μακριά από τα χρήματα και τα πλούτη, ας γελάσω χρυσή μου! Μα εκεί είναι η απόλαυση και η ζωή, τι στα τριμμένα ρούχα; Άσε που τώρα γυρίζει και μαζεύει όλους τους φτωχούς και τους πηγαίνει σε εκείνο το μεγάλο σπίτι την Βασιλειάδα.
- Σώπα έρχεται η αδερφή του, η  Μακρίνα.
- Α ευκαιρία είναι, να την ρωτήσω.
Μακρίνα, Μακρίνα!
-Καλή σας ημέρα αδερφές μου.
-Μακρίνα τι είναι αυτά που κάνει ο αδερφός σου; Ακόμη δεν γύρισε από τις σπουδές του και έδωσε όλα τα χρήματα στους φτωχούς; Αλλά τι θέλω και σε ρωτάω κι εσύ με τα ίδια κουρέλια κυκλοφορείς.


-Καλές μου αφήστε τα πλούτη και τα εφήμερα, ελάτε στην αιώνια βασιλεία του Θεού.
-Σαν την γιαγιά σου την Μακρίνα, μιλάς τώρα.
-Σας προσκαλώ να έρθετε στην Βασιλειάδα να προσφέρετε κι εσείς εθελοντικά τις υπηρεσίες σας. Υπάρχουν τόσοι πονεμένοι γύρω. Γέροι, μικρά παιδιά, ορφανά.
-Καλά, Μακρίνα, κάποια άλλη φορά, τώρα θέλω να κάνω μιζαν πλί.
Πάμε χρυσή μου.
-Μακρίνα ,μπορώ να έρθω οποιαδήποτε στιγμή;
-Μα ναι η Βασιλειάδα είναι ανοιχτή σε όλο τον κόσμο. Ο Βασίλειος δέχεται όλο τον κόσμο. Θα δεις η εθελοντική βοήθεια θα σου δώσει πολλά και πρώτα πρώτα θα σου γιατρέψει την ψυχή.
Η γυναίκα απομακρύνετε.


Μπαίνει μέσα ο βοηθός του Αγίου Βασιλείου.
-Παππούλη μου,. Παππούλη μου τι πάθαμε!  Ξέρεις ποιος θα περάσει από εδώ;
- Ποιος παιδί μου;
- Ο Ιουλιανός ο αυτοκράτορας, πηγαίνει με το άλογό του κατά την Περσία και θα περάσει από εδώ.
- Και γιατί φοβάσαι  τόσο πολύ; Ο Ιουλιανός ήταν μαζί μου στην Αθήνα όταν σπούδαζα.
- Μα θα θέλει να του κάνουμε ένα μεγάλο δώρο κι εμείς δεν έχουμε τίποτα.
- Έχε πίστη Γεώργιε , έχε πίστη και όλα θα πάνε καλά.
- Εγώ έχω πίστη παππούλη μου, ο Ιουλιανός δεν έχει. Δεν τον λένε τυχαία παραβάτη.
Και για να ξέρω και να ετοιμάσω , τι θα του δώσουμε όταν έρθει;
- που έχουμε εδώ στον τόπο μας.
Κρίθινο ψωμί, ψωμί φτιαγμένο από κριθάρι.
-Είσαι σίγουρος παππούλη μου; Θα του αρέσει;
-Μα κι εμείς αυτό τρώμε. Ο λαός της Καισαρείας είναι φτωχικός κι έχει μάθει να ζει με τα λίγα.
Αυτά που έχουμε αυτά θα του δώσουμε.
Μπαίνει ο Ιουλιανός με μεγαλοπρέπεια.

-Εμπρός, εμπρός χειροκροτείστε τον αυτοκράτορα Ιουλιανό. Δεν έρχομαι και κάθε μέρα στην πόλη σας.
Από ότι έμαθα εδώ έχετε επίσκοπο τον παλιό μου συμμαθητή τον Βασίλειο για να τον δω και για να δω τι θα μου προσφέρει σαν δώρο;
Παρουσιάζεται ο Βασίλειος.
-Μπα τι τα έκανες τα πλούτη σου Βασίλειε; Εσύ είχες μεγάλη περιουσία.
-Τα μοίρασα σε αυτούς που τα χρειάζονται πραγματικά Ιουλιανέ.
- Ξέρεις, πιστεύω, τι περιμένω τώρα από σένα, σαν καλωσόρισμα.
Έρχεται ο Γεώργιος και το παραδίδει το ψωμί.
-Τι, τι είναι αυτό Βασίλειε; Ένα καρβέλι ψωμί και μάλιστα από κριθάρι; Αυτό έχετε να προσφέρετε σαν δώρο στον αυτοκράτορα;
- Ο λαός της Καισαρείας είναι φτωχός, Ιουλιανέ, αυτά έχει να σου προσφέρει, αυτά σου δίνει.
- Τι λέτε τώρα; Με εξοργίζεται εμπρός, εμπρός δώστε μου εκεί κανένα χρυσαφικό, κανένα διαμάντι για να με ησυχάσετε.
-Τίποτε από αυτά δεν υπάρχουν.
-Βασίλειε , ξέρεις πολύ καλά πως μπορώ να σε εξολοθρεύσω. Μπορώ να δημεύσω την περιουσία σου.
-Δεν έχω περιουσία, την μοίρασα όλη στους φτωχούς και έφτιαξα την Βασιλειάδα.
-Μπορώ να σου πάρω τα ρούχα σου και τα υπάρχοντά σου.
-Δεν έχω ρούχα παρά μόνο αυτό το τριμμένο ράσο και μερικά βιβλία.
-Μπορώ όμως να σε βασανίσω!
-Δεν θα καταφέρεις τίποτε Ιουλιανέ ,γιατί οι αρρώστιες και η νηστεία έχουν κάνει το κορμί μου ασθενικό. Με το παραμικρό θα πέσει κάτω.
- Μπορώ τότε να σε εξορίσω.
-Κάθε μέρος αποτελεί πατρίδα για μένα . ‘Όπου βρίσκετε ο λαός του Κυρίου μου, είναι εκεί και ο τόπος μου.
-Ώστε έτσι έ;; όπου βρίσκετε ο λαός; Τώρα λοιπόν θα δεις τι θα κάνω στον αγαπημένο σου λαό. Θα τον βασανίσω ,θα τον κάψω. Θα το έκανα τώρα αλλά πρέπει να κάνω το ταξίδι μου στην Περσία. Όταν γυρίσω όμως η Καισάρεια θα καεί απ άκρη σ άκρη. Εκτός κι αν…
Χαχαχαχ θα σε κάψω Βασίλειε μαζί με τον λαό σου!
Ο αυτοκράτορας φεύγει και ακολουθεί σιγή.
-Παππούλη μου τι πάθαμε! Τι πάθαμε!
-Ησύχασε Γεώργιε δεν έχεις πίστη; Θα προσευχηθούμε και ο θεός θα δείξει τον δρόμο.
-Μα θα μας κάψει, αν δεν δει χρυσάφι ο αυτοκράτορας θα μας κάψει! Ο Βασίλειος προσεύχεται
Χριστέ που είσαι το φως το αληθινό,
Που φωτίζει και αγιάζει κάθε άνθρωπο, που έρχεται στον κόσμο.
Φανέρωσε  μας , τώρα το φως του προσώπου σου,
Ώστε να γλιτώσουμε και να δούμε το άκτιστο φως.
Πιστεύομε Σε Σένα και Στην Μητέρα Σου την Παναγία
Στάσου δίπλα μας αυτή την δύσκολη στιγμή.
-Άκουσε με Γεώργιε, γύρισε όλες τις γειτονιές της πόλης και ζήτησε από τους ανθρώπους να σου δώσουν ότι χρυσαφικό έχουν. Θα τα μαζέψεις εδώ στην εκκλησία. Όταν γυρίσει ο αυτοκράτορας θα του τα δώσουμε, έτσι φιλοχρήματος που είναι θα θαμπωθεί και θα μας αφήσει ήσυχους.
-Ωραία, τρέχω στις γειτονιές να το διαλαλήσω.
-Ακούσατε, ακούσατε, άνθρωποι της Καισαρείας για να σωθεί η πόλη μα ς πρέπει να δώσουμε ότι χρυσαφικό έχει ο καθένας . Θα τα μαζέψουμε στην εκκλησία και θα τα παραδώσουμε στον αυτοκράτορα.
-Το έμαθες μαζεύουν χρυσαφικά για να σωθεί η πόλη μας. Πρέπει να τρέξω, να δώσω την αγαπημένη καρφίτσα της γιαγιάς μου. Είναι το μόνο χρυσαφικό που έχω, αυτή θα δώσω. Η Καισάρεια πρέπει να σωθεί.
-Σιγά καημένη, που θα δώσω εγώ αληθινό χρυσαφικό ,να θα δώσω αυτά τα σκουλαρίκια, είναι ψεύτικα και δεν μου αρέσουν.
-Μα είναι για να σωθεί η πόλη μας.
- Δεν θα το καταλάβει κανείς χρυσή μου, κι εσύ μην δώσεις την καρφίτσα της γιαγιάς σου, δώσε κανένα πλαστικό δαχτυλιδάκι.
-Δεν μπορώ να το κάνω αυτό.
Ο Ιουλιανός μπαίνει στην Καισάρεια.
-Πιστεύω να μαζέψατε αρκετά χρυσαφικά, για να σας αφήσω στην ησυχία σας.
-Τα έχουμε εδώ, Ιουλιανέ, μπορείς να τα πάρεις.
- Τι μόνο τόσα; Για ψιλικατζή με περάσατε; Φεύγω , φεύγω δεν κάθομαι άλλο εδώ!
-Γλυτώσαμε παππούλη! Ο Ιουλιανός τρελάθηκε κι έφυγε σαν κυνηγημένος έγινε θαύμα!
-Είναι αλήθεια παιδί μου, χάρη στην βοήθεια του Θεού γλυτώσαμε. Τώρα όμως, έχουμε να κάνουμε άλλη μια σοβαρή δουλειά.
-Ποια είναι αυτή η δουλειά, παππούλη;
-Να γυρίσουμε τα χρυσαφικά στους κατόχους τους. Ο κάθε ένας που   έσωσε την πόλη μας, πρέπει να πάρει πίσω αυτό που του ανήκει.
-Ε, να τους φωνάξουμε εδώ, να τους τα δώσουμε.
-Μα αυτό δεν γίνεται ,θα γίνει συνωστισμός . Πρέπει να πας εσύ ο ίδιος ,που τα μάζεψες να τα δώσεις πίσω.  Τι έδωσε ο καθένας;
-Παππούλη δεν θυμάμαι καθόλου τι έδωσε ο  καθένας. Τι θα κάνουμε τώρα;
Ο Μέγας Βασίλειος μένει για λίγο σκεπτικός.
-Θα το κάνουμε με άλλον τρόπο.
Πάρε τα χρυσαφικά και πήγαινέ τα στον φούρναρη. Αυτός θα μας βοηθήσει.
Θα φτιάξει τόσες πίτες όσα είναι τα κοσμήματα κι ύστερα θα μοιράσουμε τις πίτες.
-ότι τύχει στον καθένα θα το πάρει;
-Ναι έτσι θα γίνει.
Ο φούρνος της Καισαρείας έχει πολύ δουλειά. Αρχίζει να φουρνίζει πιττούλες με ένα κόσμημα μέσα. Όταν οι πίτες είναι έτοιμες, τότε ο Μέγας Βασίλειος φώναξε τους κατοίκους της Καισαρείας, να πάρει ο καθένας από μία πίτα.,
-Έμαθες; ο Βασίλειος μοιράζει τα κοσμήματα σε πίτες. Πάμε να πάρουμε κι εμείς.
Οι δύο γυναίκες τράβηξαν κατά την πλατεία που ο Μέγας Βασίλειος μοίραζε τις πίτες.
-Αχ τι ωραία! θα πάρω κι άλλα χρυσαφικά ,όχι τα ψεύτικα σκουλαρίκια που έδωσα.
-Δεν πειράζει που δεν θα πάρω την καρφίτσα της γιαγιάς μου, μου φτάνει που σώθηκε η πόλη μας.
-Πάμε,  πάμε.
Ο Βασίλειος μοιράζει τις πίτες.


-Ευχαριστούμε γέροντα ,ευχαριστούμε και για το καλό που έκανες στον τόπο μας.
-Ανοίγω την πίτα και κοίτα η καρφίτσα της γιαγιάς!  αχ είναι θαύμα, είναι θαύμα ,πήρα αυτό που είχα δώσει.
-Ναι ,κι εγώ πήρα τα ψεύτικα σκουλαρίκια.
Έτσι λοιπόν από τότε κι εμείς βάζουμε ένα φλουρί μέσα στην πίτα που κόβουμε την πρώτη του Ιανουαρίου και βλέπουμε ποιος θα είναι ο τυχερός της χρονιάς.



Πάμε παιδιά να τραγουδήσουμε για τον Άγιο Βασίλη.








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου